Implications of Antitrust Scrutiny on Apple’s Trustworthiness and Business Success

Η πρόσφατη αγωγή ανταγωνισμού που κατέθεσε το Υπουργείο Δικαιοσύνης (DOJ) κατά της Apple έχει θέσει ερωτήματα σχετικά με την αξιοπιστία της εταιρείας και τις επιπτώσεις της στους καταναλωτές. Το πυρήνα της αγωγής είναι ότι η Apple κατηγορείται για διατήρηση μονοπωλίου στα smartphones μέσω περιορισμών των εφαρμογών και των μη-Apple συσκευών, τους οποίους το DOJ υποστηρίζει ότι δεν δικαιολογούνται από λόγους ασφαλείας.

Η επιχειρηματολογία του DOJ επαναλαμβάνεται από ευρωπαίους εκπροσώπους ανταγωνισμού, όπως η Margrethe Vestager, η επικεφαλής ανταγωνισμού της ΕΕ. Διατυπώνουν ότι οι ασφαλειακές δικαιολογίες της Apple είναι απλώς μια απόπειρα αποσπασμού της προσοχής και ότι η εταιρεία μπορεί να παρέχει ασφάλεια και προσφορά επιλογών στους καταναλωτές. Αυτή η άποψη συμβαδίζει με τον Κανονισμό για τις Ψηφιακές Αγορές (DMA) της ΕΕ, ο οποίος στοχεύει στην επιβολή ρυθμίσεων σε ψηφιακούς πύλες όπως η Apple. Το DMA απαιτεί από την Apple να επιτρέπει στους προγραμματιστές εφαρμογών να καθοδηγούν τους χρήστες σε εναλλακτικές πηγές για λήψη εφαρμογών και πραγματοποίηση συναλλαγών.

Η βάση όλων των επικρίσεων από τις ΗΠΑ και την ΕΕ είναι ότι οι αξιώσεις της Apple για την ασφάλεια χρησιμοποιούνται ευκαιριακά για να προστατεύσει τον εαυτό της από τον ανταγωνισμό. Η ΕΕ έχει λάβει νομοθετικά μέτρα για να περιορίσει τον έλεγχο της Apple στο οικοσύστημά της, ενώ το DOJ έχει καταθέσει αγωγή για μονοπωλιακή δραστηριοτητα. Και οι δύο προσπάθειες θέτουν υπό αμφισβήτηση την εμπιστοσύνη που πρέπει να έχουν οι καταναλωτές και οι ανταγωνιστές στην Apple.

The source of the article is from the blog j6simracing.com.br