Σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε τον Δεκέμβριο από την Copenhagen Economics, η εισαγωγή ενός ψηφιακού ευρώ μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα στην ΕΕ, οδηγώντας σε μόνιμη μείωση του ΑΕΠ κατά 0,12-0,34%. Υποθέτοντας πλήρη υιοθέτηση, η εισαγωγή ενός Ϩηφιακού νομίσματος της Κεντρικής Τράπεζας (CBDC) θα μπορούσε να οδηγήσει σε εκροή καταθέσεων από τις τράπεζες ύψους έως και 739 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Ένα τέτοιο σενάριο θα κοστίζε στις τράπεζες 20,4 δις ευρώ ετησίως, καθώς θα πρέπει να καλύψουν επιπλέον χρηματοδοτικά έξοδα, τα οποία θα μεταφραστούν σε υψηλότερα επιτόκια δανείων. Αυτή η επίπτωση στον τομέα του πίστων αντανακλάται στα δεδομένα του ΑΕΠ.
Η μελέτη της Copenhagen Economics παραγγέλθηκε από την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Τραπεζών, η οποία την ανέθεσε να αναλύσει την επίδραση του ψηφιακού ευρώ στην οικονομική σταθερότητα και την ευημερία των καταναλωτών.
Τον Μάρτιο του προηγούμενου έτους, μια γερμανική μελέτη έδειξε ότι αν κάθε άτομο μετέτρεπε 3000 ευρώ σε CBDC, μόνο 56 από τα 714 ιδρύματα θα πληρούσαν την απαιτούμενη αποθεματική τους. Ωστόσο, εάν το όριο μειωνόταν σε 500 ευρώ, μόνο 18 ιδρύματα θα αντιμετώπιζαν δυσκολίες.
Η πρόσφατα δημοσιευμένη έκθεση της Copenhagen Economics αναλύει την επίδραση διαφορετικών ορίων κατοχής CBDC και επιπέδων υιοθέτησης. Για παράδειγμα, ένα όριο κατοχής 3000 ευρώ με ποσοστό υιοθέτησης 40% (σε σχέση με 100%) θα αυξομάνε τα χρηματοδοτικά έξοδα των τραπεζών κατά 8,8 δις ευρώ αντί για 20,4 δις ευρώ. Με χαμηλότερο όριο, όπως 500 ευρώ, και πλήρη υιοθέτηση, το κόστος θα ανέρχεται σε 3,8 δις ευρώ. Υποθέτονται ότι τα χρηματοδοτικά έξοδα χονδρικής είναι 3% υψηλότερα από τις καταθέσεις.
Το Ϩψηφιακό ευρώ επηρεάζει ιδιαίτερα τις μικρότερες τράπεζες. Όπως αναφέρει η μελέτη της Γερμανίας, η Copenhagen κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ψηφιακό ευρώ θα είχε σημαντική επίδραση στις μικρότερες τράπεζες, που εξαρτώνται περισσότερο από τις καταθέσεις ως πηγή χρηματοδότησης. Η εκροή ύψους 739 δισεκατομμυρίων ευρώ αντιπροσωπεύει το 10% της βάσης καταθέσεων νοικοκυριών, αλλά μόνο το 3% των συνολικών υποχρεώσεων των τραπεζών. Ωστόσο, για τις μικρότερες τράπεζες θα αντιστοιχούσε στο 7% των συνολικών τους υποχρεώσεων.
Η έκθεση υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι οι πεσιμιστικοί σεναρίο ΑΕΠ, υποθέτοντας υψηλή υιοθέτηση του ψηφιακού ευρώ, βασιζόμενοι στην πεποίθηση ότι οι καταναλωτές αντιλαμβάνονται σημαντική προστιθέμενη αξία στη χρήση CBDC, θέτουν αμφιβολίες μεταξύ των συγγραφέων της έκθεσης.
Οι αυξημένοι χρηματοδοτικοί κόστοι για τις τράπεζες είναι μόνο μία από τις πολλές οικονομικές συνέπειες της εισαγωγής του Ϩηφιακού ευρώ. Οι τράπεζες θα χάσουν μέρος των εσόδων τους από υπηρεσίες πληρωμών. Επιπλέον, θα πρέπει να υποστούν επιπλέον κόστος εξυπηρέτησης πελατών και συμμόρφωσης. Επιπλέον, όλοι οι παρόχοι υπηρεσιών πληρωμών (PSPs), συμπεριλαμβανομένων των τραπεζών, θα πρέπει να υποστούν το συνολικό κόστος υλοποίησης του Ϩηφιακού ευρώ από 3,6 έως 6,8 δις ευρώ, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Επίσης, οι εμπόροι θα πρέπει να υποστούν κόστη που σχετίζονται με την αναβάθμιση του εξοπλισμού τους στο σημείο πώλησης, τα οποία κυμαίνονται από 0,5 έως 14 δις ευρώ. Η Copenhagen πιστεύει ότι όσο πιο ομοιογενή είναι τα επιπλέον κόστη για τους εμπόρους και τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, τόσο πιο πιθανό είναι αυτά τα κόστη να μετακυλιστούν στους καταναλωτές.
Ταυτόχρονα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε πρόσκληση υποβολής προσφορών για πέντε έργα Ϩηφιακού ευρώ, με συνολικό κόστος που ανέρχεται έως 1,1 δις ευρώ.